Δημήτρης Διττόπουλος
Γεννήθηκε στην Ελευθερούπολη το 1924 από οικογένεια προσφυγών που ήρθε από το Πασάκιοϊ, προάστιο της Κωνσταντινούπολης το 1922. Δεύτερος σε ηλικία της οικογένειας από τα πέντε παιδιά ,έφυγε στην κατοχή το 1941 και πέρασε από τον Στρυμόνα ποταμό στην Γερμανοκρατούμενη Ελλάδα καθώς η Βουλγαρική κατοχή ήταν ακόμη πιο σκληρή και η οικογένεια δυσκολευόταν να θρέψει τα μέλη της. Εγκαταστάθηκε στο χωριό Μαυροθάλασσα πάνω από την Ασπροβάλτα απασχολούμενος σε διάφορες αγροτικές εργασίες για επιβίωση. Εκεί αναλαμβάνει να οργανώνει τα καλλιτεχνικά δρώμενα στην ΕΠΟΝ και κινδύνεψε αρκετές φορές από τις επιδρομές των ταγματασφαλιτών από τους οποίους έσωσε έναν γνωστό του Εβραίο κρύβοντας τον και που η μοίρα τους έφερε να ξανασυναντηθούν μετρά από πενήντα χρονιά στη Θεσσαλονίκη. Στον εμφύλιο βρέθηκε κληρωτός οδηγός στο Σώμα του υγειονομικού και έχοντας μαζί του μια φωτογραφική μηχανή, είχε αποθανατίσει πολλές εικόνες από τη φρίκη του πολέμου. Όμως σε μια ενέδρα των ανταρτών το αυτοκίνητο έπιασε φωτιά και χάθηκε το μεγαλύτερο μέρος των φωτογραφιών που κουβαλούσε πάντα μαζί του. Με το τέλος της κατοχής και του εμφύλιου ψάχνοντας φίλους και γνωστούς διαπιστώνει το μέγεθος των απωλειών. Από μικρός αγαπούσε το θαύμα της τότε εποχής την τέχνη του κινηματογράφου και έφηβος ακόμη γνώρισε κάποιον Ρώσο μάλλον μηχανικό ή τεχνικό ο οποίος του έδωσε ένα κομμάτι ταινίας και με μια πατέντα κατασκευή με καρούλια έκανε τα καρέ να γυρίζουν και να φαίνεται μια κίνηση οπού κάποιος άνοιγε μια πόρτα. Έτσι «κόλλησε» με το τεχνικό κομμάτι του κινηματογράφου καθώς ακόμη στην Ελλάδα πολλές ταινίες ήταν χωρίς ήχο. Αργότερα εργαζόμενος σαν οδηγός σε φορτηγά και λεωφορεία ασχολείται με την κατασκευή μιας μηχανής προβολής την οποία φτιάχνει κομμάτι κομμάτι. Υστέρα από αρκετές προσπάθειες και με τη βοήθεια φίλων ηλεκτρονικών της εποχής κατόρθωσαν να φτιάξουν μια δικιά τους ομιλούσα μηχανή προβολής. Από κοντά και ο μικρός αδερφός ο Τάσος που και αυτός είχε την ιδιά αγάπη για τον κινηματογράφο και γενικά για την τέχνη. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα πήγαινε σε χωριά της επαρχίας Παγγαίου και έκανε προβολές σε καφενεία και θερινούς κινηματογράφους τα καλοκαιριά Με την εμφάνιση της τηλεόρασης αρχίσαν να πεθαίνουν σιγά σιγά οι κινηματογράφοι. Συγχρόνως από το 1968-69 έχοντας αποκτήσει μια μηχανή λήψεως οκτώ χιλιοστών και μια προβολής τραβούσε τα δικά του φιλμάκια καταγράφοντας κοινωνικά γεγονότα, τοπία και τόπους, δημοσιά πρόσωπα και φιλμάκια με δικά του πειραματικά τρικ. Το 1973 αναλαμβάνει την αναδιοργάνωση της Φιλαρμονικής του Δήμου Ελευθερούπολης, με αγορά νέων οργάνων και προσέλκυση νέων παιδιών για εκμάθηση των οργάνων. Παράλληλα ασχολείται με το γράψιμο μικρών άρθρων σε τοπικές εφημερίδες και φωτογραφική κάλυψη τοπικών γεγονότων, ενώ έχει εκπομπή σε τοπικό ραδιοσταθμό με κοινωνικοιστορικά θέματα Απεβίωσε το 1995, έχοντας ανακαλύψει ήδη, τον καινούριο για τότε, κόσμο των βίντεο.