Ερασιτεχνικά φιλμ: Συλλογή Κωνσταντίνου Κουτέλα
Στιγμιότυπα από τη ζωή μιας οικογένειας Ελλήνων στην Πρίγκιπο: 1950-1975
«Είναι δε αύται η Πρώτη, η Αντιγόνη, η Χάλκη και η Πρίγκιπος....»
Κυρίες και Κύριοι,
Θα πρότεινα να ξεκινήσουμε τη σημερινή εκδήλωση με μια συμφωνία: να συμφωνήσουμε πως δεν πρόκειται να προβάλλουμε το σίκουελ της «Πολίτικης κουζίνας» ή μια απομίμησή της. Κατά συνέπεια, και εγώ δεν πρόκειται να γίνω διάσημος ή να κάνω ρεκόρ εισιτηρίων και εσείς δεν θα δείτε μια άρτια καλλιτεχνικά δουλειά ή μια υπόθεση θεμελιωμένη στους παγιωμένους νόμους της δραματουργίας, με αρχή, μέση και τέλος.
Θα δείτε -ορισμένοι πιθανόν το θυμούνται από την πρώτη παρουσίαση της εταιρίας «των Ανωνύμων» στον ίδιο χώρο πριν από δύο χρόνια- τον αντίποδα της επίσημης κινηματογραφίας: κατακερματισμένο αρχειακό υλικό, που η ενότητά του είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη ενός ενιαίου σώματος. Η ιστορία του συγκροτείται από την πρόθεσή του να μην αφηγηθεί καμία ιστορία, αλλά να καταγράψει φευγαλέες στιγμές με πλάνα ασταθή, αβέβαια, φλου, άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερο αποδεκτά από αισθητικής απόψεως.
Με άλλα λόγια θα παρακολουθήσετε αποσπάσματα ερασιτεχνικών φιλμ, γυρισμένα από τον κύριο Κωνσταντίνο Κουτέλα. Η ιδιαιτερότητά τους; Είναι φιλμ που προέρχονται από έναν Έλληνα της Πόλης, είναι φιλμ στα οποία παρουσιάζονται αυθεντικά και όχι δραματοποιημένα στιγμιότυπα της ζωής των Ελλήνων της Πόλης και, κυρίως, είναι- κατά πάσα πιθανότητα- το πρώτο φιλμ Έλληνα της Πόλης που έχουμε στη διάθεσή μας.
Ο Κωνσταντίνος Κουτέλας γεννήθηκε το 1913 στην Κωνσταντινούπολη. Εργάστηκε ως ανθοπώλης. Εκμεταλλευόμενος ορισμένες ευνοϊκές ρυθμίσεις του Κεμάλ για όσους μετέφεραν την έδρα της εταιρίας τους στην πρωτεύουσα, ανοίγει επιχείρηση στην Άγκυρα, δίπλα στα ειδικά καταστήματα αφορολογήτων ειδών για τους Αμερικανούς, τα P Χ. Καθώς από το 1950 και μετά ανακαλύπτει το «χόμπι» της κινηματογράφησης, τα PX τον διευκολύνουν προκειμένου να βρίσκει φιλμ και τον απαραίτητο εξοπλισμό σε χαμηλότερες τιμές.
Οι ταινίες που γυρίζει έως και το 1977, οπότε και εγκαθίσταται μόνιμα στην Ελλάδα ουσιαστικά αποτελούνται από:
α) οικογενειακές συγκεντρώσεις, κυρίως γιορτές στον Άγιο Γεώργιο της Πριγκίπου
β) επίσημες τελετές στις οποίες μπορούσε να παρευρίσκεται, δίπλα σχεδόν στους επισήμους, εξαιτίας του επαγγέλματός του, συνοδεύοντας δηλαδή τα στεφάνια και τα λουλούδια που προσφέρονταν στους εκάστοτε τιμώμενους ή προσκεκλημένους.
Κατά το διάστημα αυτής της τριακονταετίας η Τουρκία προσπαθεί να εξοικειωθεί με τον πολυκομματισμό. Το 1946 ιδρύθηκε το Δημοκρατικό Κόμμα (Ντεμοκράτ Παρτί) του Μεντερές, το οποίο και κυριαρχεί σε όλη τη δεκαετία του 1950. Οι γραφειοκράτες και οι στρατιωτικοί υποχωρούν, νέες τάξεις έρχονται στο προσκήνιο, δίνεται βάρος στην εκβιομηχάνιση και την αγροτική παραγωγή. Το 1952 η Τουρκία γίνεται μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ η συμφωνία για ίδρυση βάσεων στο έδαφος της υπογράφεται το 1954.Η εποχή αυτή, ενώ ξεκινάει με καλούς οιωνούς αναφορικά με τις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας - η Βουλγαρία εξάλλου αποτελούσε το πρόβλημα των Τούρκων στα Βαλκάνια- οδηγεί στα Σεπτεμβριανά το 1955, αφετηρία για τον ξεριζωμό ενός μεγάλου τμήματος των Ελλήνων από την Πόλη. Στον αραβικό κόσμο ο σταθερός φίλος και σύμμαχος είναι το Ιρακ υπό την ηγεσία του Νουρί Αλ Σαϊντ. Η δεκαετία του 1950 θα κλείσει με τον Μεντερές να γλιτώνει ως εκ θαύματος από ένα αεροπορικό δυστύχημα στο Γκάτγουικ αλλά δια χειρός ανθρώπινης να χάνει την εξουσία, με πραξικόπημα, το 1960, και τη ζωή του ένα χρόνο αργότερα.
Η κυβέρνηση των στρατιωτικών, υπό την ηγεσία του στρατηγού Γκιουρσέλ, και την σκιώδη επίδραση του Τουρκοκύπριου Αλπσασλάν Τουρκές, μένει στην εξουσία ένα χρόνο. Μετά την επάνοδο στην νομιμότητα το κοινοβουλευτικό καθεστώς χαρακτηρίζεται από ασταθή κυβερνητικά σχήματα συνεργασίας καθώς και τη συνταγματική επικύρωση της παρέμβασης του στρατού στην πολιτική ζωή με την ίδρυση του «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας». Από το 1965 ωστόσο και μετά αναδύονται νέοι ηγέτες, οι Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και Μπουλέντ Ετσεβίτ, ο πρώτος διάδοχος του Μεντερές μέσα από τις τάξεις του Κόμματος Δικαιοσύνης (το «Δημοκρατικό Κόμμα» έχει κηρυχθεί παράνομο μετά το πραξικόπημα του 1960) και ο δεύτερος υποστηριζόμενος από τον Ισμέτ Ινονού στο Ρεμπουπλικανικό Λαϊκό Κόμμα.
Στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής το 1964 οξύνονται οι σχέσεις Ελλάδος –Τουρκίας με αιτία το Κυπριακό, το 1967 οι δύο χώρες πάλι βρίσκονται στα πρόθυρα της σύγκρουσης και εφτά χρόνια αργότερα πραγματοποιείται η εισβολή και η διχοτόμηση της Κύπρου. Στα χρόνια της δεκαετίας του ΄70, τέλος, ιδρύονται διάφορα αριστερά κόμματα και οργανώσεις, ορισμένα από τα οποία, θα επιλέξουν το δρόμο της «ένοπλης προπαγάνδας», με άλλα λόγια των τρομοκρατικών επιθέσεων. Από την άλλη πλευρά αναπτύσσεται το αντικομουνιστικό μένος, ενώ εξαπολύονται πογκρόμ κατά της αριστεράς, ειδικά μετά τη δολοφονία του Ισραηλινού πρόξενου στην Πόλη, το 1971. Οι νεκροί από πολιτική βία αυξάνονται, το 1975 ιδρύεται ο ASALA («Ο Αρμενικός Μυστικός Στρατός για την Απελευθέρωση της Αρμενίας»), το 1978 το PKK από τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ενώ οι εθνικιστές εκπαιδεύουν τις δικές τους ομάδες που τελούν υπό καθεστώς αστυνομικής προστασίας, ειδικά το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Τουρκές με αιχή του δόρατος τους διαβόητους «Γκρίζους Λύκους».
Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το κλίμα μέσα στο οποίο ζουν οι Έλληνες στην Τουρκία, από το 1950 και μετά, εξαιτίας του οποίου οδηγούνται σταδιακά, εκόντες άκοντες, στην Ελλάδα.
Παρακολουθώντας τα φιλμ του Κ. Κουτέλα έχω την εντύπωση ότι ο απόηχος των γεγονότων αποτυπώνεται έμμεσα στην εικόνα, στα θέματα. Αρχίζει να κινηματογραφεί με τη διάθεση να καταγράψει το τι συμβαίνει γύρω του. Σταδιακά όμως η κινηματογράφηση μοιάζει να συρρικνώνεται, να γίνεται πιο εσωστρεφής, παύει να υπάρχει ο δημόσιος βίος. Η κάμερά του στέκεται στα μέλη του πιο στενού περιβάλλοντος, στην οικογένεια και στο τέλος αρκείται σε νατουραλιστικές αποτυπώσεις ταξιδιών. Άδεια τοπία χωρίς ανθρώπους, που περισσότερο από περιγραφές αποτελούν έναυσμα για αναμνήσεις. Να σημειώσουμε εδώ ότι καθώς τα ερασιτεχνικά φιλμ, έπρεπε να σταλούν στο εξωτερικό για να εμφανιστούν, κατά την επιστροφή τους-είναι μια πληροφορία που μου έχει δώσει ο ίδιος, ελέγχονταν, λογοκρίνονταν στο τελωνείο. Αυτό μπορεί να δίνει μια εξηγήση.
Τα φίλμ ήταν βουβά, έγχρωμα και όλα standard 8. Λόγω του ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμη μηχάνημα που να επιτρέπει το τελεσινέ των 8 χιλιοστών με τη μέθοδο του «σκαναρίσματος», η μεταφορά τους σε βίντεο έγινε με τη διαδικασία της προβολής σε οθόνη, αφού πρώτα οι ταινίες είχαν ελεγχθεί και είχαν αποκασταθεί από τον κ. Τάσο Αδαμόπουλο, στα εγαστήρια της Ταινιοθήκης. Παρ' όλ' αυτά η συγκεκριμένη διαδικασία αυξάνει τους κινδύνους για μια πιθανή καταστροφή τμήματος του υλικού αλλά και επιτείνει τα όποια προβλήματα στην εικόνα. Δυστυχώς δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα εντός των συνόρων. Αυτό θα παρακαλούσα να το λάβετε υπόψη σας κατά τη διάρκεια της προβολής: το ότι δηλαδή σε μερικές περιπτώσεις ό,τι γίνεται γίνεται με ατέλειες αλλά έστω κι έτσι πραγματοποιείται εναντίον των συνθηκών.
Η επέμβασή μου στο μοντάζ υπήρξε περιορισμένη. Επέλεξα να «παγώσω» την εικόνα σε κάποιες περιπτώσεις, προκειμένου να δοθούν πληροφορίες ή να προσδιοριστούν ορισμένα από τα πρόσωπα που παρουσιάζονται. Πρόσθεσα επίσης μουσική, προκειμένου να διευκολύνω την παρακολούθηση. Μ' αυτόν τον τρόπο εξάλλου, τοποθετώ υποδόρια ένα δικό μου σχόλιο πάνω στις εικόνες έτσι, ώστε να κάνετε και εσείς το δικό σας.
Δε θέλησα να επιμείνω στις σχέσεις συγγένειας ή σε μια εξαντλητική καταγραφή όλων όσοι εμφανίζονται στα αποσπάσματα που θα παρακολουθήσετε. Το σκεπτικό μου ήταν ότι δεν ενδιαφέρει τόσο ποια σχέση είχε, για παράδειγμα, ο Ραφαήλ Μπεσουάν με τον Νίκο Καρδερίνη, όσο το να αποτυπωθεί αυτός ο μαγικός συγχρωτισμός διαφορετικών ανθρώπων, πολιτισμών και νοοτροπιών γύρω από ένα «πολίτικο τραπέζι».
Προτίμησα τέλος να μην ακολουθήσω μια αυστηρή χρονολογική σειρά στη διάταξη των επιμέρους αποσπασμάτων, γιατί είναι θραύσμαστα μνήμης. Και η μνήμη γνωρίζετε δε λειτουργεί γραμμικά. Ακόμη για έναν ακόμη λόγο: η πρόκληση που κάθε φορά έχω να αντιμετωπίσω χειριζόμενος τέτοιου τύπου υλικό είναι να μην κάνω τη δική μου ταινία. Ειδικά η συλλογή της οικογένειας Κουτέλα, θα προσφερόταν για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωή των Ελλήνων στην Πρίγκιπο, πάνω στη γραμμή των ντοκιμαντέρ του Πίτερ Φόργκατς. Ίσως συμβεί κάτι τέτοιο στο μέλλον. Αλλά για την ώρα εκείνο που προέχει δεν είναι να δείτε κάτι ολοκληρωμένο, μια ταινία δηλαδή υπογεγραμμένη από έναν σκηνοθέτη.
Εκείνο που προέχει, κατά την άποψή μου, είναι τα φιλμ αυτά να μείνουν ανοικτά ως κείμενα, να προκαλούν ερωτήσεις όχι να δώσουν μία απάντηση σήμερα. Και οπωσδήποτε να συντελέσουν, ώστε και άλλοι από εσάς που ενδεχομένως έχετε στη διάθεσή σας τέτοιου τύπου «αρχειακό υλικό» να το φέρετε στην επιφάνεια, ερχόμενοι σε επικοινωνία με τους αρμόδιους φορείς.
Να πω παρενθετικά ότι κατά την έρευνα που πραγματοποίησα για τα συγκεκριμένα φιλμ εντόπισα άλλες δύο συλλογές ερασιτεχνικών ταινιών από Έλληνες της Πόλης. Υπ' αυτή την έννοια, πριν ακόμη από κάθε παρουσίαση, τα φιλμ του κ. Κουτέλα εκπλήρωσαν ένα σημαντικό σκοπό.
Από την πλευρά μου οφείλω να ευχαριστήσω τις οικογένειες Κουτέλα και Καρδερίνη για την διάθεσή τους να προβληθεί δημόσια, ένα ιδιωτικής φύσεως και χρήσεως υλικό. Πρέπει να αναγνωρίσω ότι τέτοιου είδους κινήσεις, αυτονόητες στο εξωτερικό αλλά σπάνιες στην Ελλάδα, δείχνουν και γενναιότητα και μια άλλη αντίληψη που διεκδικεί το προνόμιο στη μνήμη απέναντι σε εποχές και πρακτικές που επιβάλλουν την λήθη. Την ώρα που το κυρίαρχο αίτημα είναι τα πάντα να βγουν έξω από την ιστορία, να ξεχάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα και γρηγορότερα. οι ερασιτεχνικές ταινίες που θα παρακολουθήσετε συντελούν στο να θυμηθούμε. Αυτό και μόνο νομίζω πως έχει τη σημασία του.
Επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω ειδικότερα την κυρία Δαμασκηνή Κουτέλα, την κυρία Ειρήνη Μιχαηλίδου, τον κύριο Χάρη Καρδερίνη, και τον κύριο Απόστολο Καρδερίνη για την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν αλλά και την υπομονή τους στην ταλαιπωρία που τους υπέβαλα με τις ερωτήσεις μου. Την κυρία Μαίρη Καρδερίνη για τις χρήσιμες επισημάνσεις, τον κύριο Γρηγόρη Πετρινιώτη, σκηνοθέτη και συγγραφέα του βιβλίου «Τούρκος Χριστιανός και Ορθόδοξος», για την ευγένεια και τη συμπαράστασή του. Την Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης για την προθυμία με την οποία δέχτηκε να μας φιλοξενήσει και όλους εσάς που ανταποκρινόμενοι στην πρόσκλησή μας βρίσκεσθε εδώ σήμερα. Άφησα για το τέλος τον δημιουργό αυτών των ταινιών. Οφείλω να ευχαριστήσω τον κύριο Κωνσταντίνο Κουτέλα, όχι μόνο επειδή γύρισε αυτά τα φιλμ, επειδή τα διαφύλαξε, ή επειδή βρίσκεται απόψε εδώ, μαζί μας. Κυρίως για μια του φράση που είπε όταν πρωτοσυναντηθήκαμε: «κάθε καλοκαίρι ταξιδεύω στην Πόλη». Επιβεβαιώνοντας αυτό που οι πάντες γνωρίζουμε αλλά ο ίδιος ευτυχεί να το ενσαρκώνει: το ότι η αγάπη για έναν τόπο μπορεί να ξεπερνάει και τις πολιτικές και τον χρόνο.
Νίκος Μητρογιαννόπουλος
Αθήνα, 26/02/2006
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας, Erik J . Z u rcher , (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2004)
- Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας, Bernard Lewis (εκδ. Παπαζήση, 2002)
- Ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, Σούλα Μπόζη (Ελληνικά Γράμματα, 2002)
- Η προσχώρηση της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ: 50 χρόνια πριν, Helga Haftendorn (δελτίο ΝΑΤΟ)
- Από το βιβλίο «Γεωγραφία της Μικράς Ασίας», Παντ. Κοντογιάννη, 1921, Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων